Εραστές και γκρινιάρηδες, πουθενά και ποτέ γωνία
Τον χειμώνα του 1985-86, αν δεν με απατά η μνήμη, ξεκίνησε ξεκούδουνα στον προ ανακαίνισης κινηματογράφο Ιντεάλ ένας μεταμεσονύκτιος θεσμός που δεν είμαι βέβαιος ότι είχε όνομα, είχε όμως ιδέα. «Θα δείχνουμε τις νύχτες του Σαββατοκύριακου παλαιότερες ταινίες που είτε έχουν ξεχαστεί είτε έχουν αδικηθεί από την κριτική και το κοινό είτε απλά είναι cult και τις γουστάρουμε», είπε στους φίλους του ο εμπνευστής του σχεδίου, ακραιφνής σινεφίλ, Βάσος Γεώργας.
Όπως και εγένετο. Ώρα έναρξης η 1η νυχτερινή, δύο έργα κάθε Παρασκευή και δύο άλλα το Σάββατο. Με φτηνό εισιτήριο και με ταμείο που έκανε τα στραβά μάτια όσες φορές εμφανίζονταν στην είσοδο άστεγοι, απένταροι και λοιποί αναξιοπαθούντες. Σε κάθε προβολή, το παλαιικό αλλά φιλόξενο και ζεστό τις κρύες νύχτες του χειμώνα Ιντεάλ γινόταν προσωρινό σπίτι για ανθρώπους που δεν είχαν πού αλλού να πάνε για να ζεσταθούν ή για να περάσει η βραδιά. Στα ορεινά της ευρύχωρης αίθουσας με τα κόκκινα καθίσματα, άκουγες πάντοτε ροχαλητά.
Πέθανε ο σκηνοθέτης και παραγωγός Βάσος Γεώργας
Ήταν νύχτες, που η αίθουσα γέμιζε. Άλλες φορές ήταν αραιοκατοικημένη, αλλά ουδέποτε άδεια. Οι ξενύχτηδες σινεφίλ της πόλης βρήκαν ένα απρόσμενο στέκι και παρακολουθούσαν ταινίες που δεν παίζονταν πουθενά και ποτέ. Παλιό Χόλιγουντ, ανεξάρτητο σινεμά, αβυσσαλέο καλτ, αχαλίνωτη εκκεντρικότητα, διάχυτη ντεκαντάνς, παραγνωρισμένο περιθώριο, αλλά και απενοχοποιημένη εμπορικότητα, θεματικά αφιερώματα, μικρές δόσεις βαριάς κουλτούρας, η αντισυμβατική σφραγίδα των Εξαρχείων ανάγλυφη........



















































