Λύκος ἀρνίον ἐδίωκε· τὸ δὲ εἴς τι ἱερὸν κατέφυγε. Προσκαλουμένου δὲ αὐτὸ τοῦ λύκου καὶ λέγοντος ὅτι θυσιάσει αὐτὸ ὁ ἱερεύς, εἰ καταλάβῃ, τῷ θεῷ, ἐκεῖνο ἔφη· «Ἀλλ’ αἱρετώτερόν μοί ἐστι θεοῦ θυσίαν γενέσθαι ἢ ὑπὸ σοῦ διαφθαρῆναι».

Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι οἷς ἐπίκειται τὸ ἀποθανεῖν κρείττων ἐστὶν ὁ μετὰ δόξης θάνατος.

[Ένας λύκος καταδίωκε ένα αρνί. Το αρνί, για να γλυτώσει απ’ το λύκο, ζήτησε καταφύγιο μέσα σ’ ένα ναό. Ο λύκος δε μπορούσε να μπει μέσα στο ναό για να το πιάσει. Στάθηκε λοιπόν απέξω και φώναζε στ’ αρνί: «μη μένεις μέσα στο ναό! Θα σε πιάσει ο ιερέας τού θεού και θα σε θυσιάσει!».

Απαντά τ’ αρνί: «Χίλιες φορές καλύτερα να γίνω θυσία στο θεό παρά να με κατασπαράξεις εσύ!».

Ο μύθος διδάσκει πως, για όσους πρόκειται να πεθάνουν, είναι προτιμότερος ένας ένδοξος από έναν ατιμωτικό και εξευτελιστικό θάνατο. Για έναν άνθρωπο αξιοπρεπή και με αυξημένο το αίσθημα τού αυτοσεβασμού προτιμότερος ο θάνατος από τον αυτοεξευτελισμό και την ατίμωση.

Παροιμίες: «Κάλλιο τής γης κουκούλωμα παρά τού κόσμου γέλιο» (Χάλανδρα Χίου). «Παρά τού κόσμου ’νείδιο κάλλιο τού τάφου πλάκωμα» (Χίος). «ἀλγεινοτέρα γὰρ ἀνδρί γε φρόνημα ἔχοντι ἡ μετὰ τοῦ [ἐν τῷ] μαλακισθῆναι κάκωσις ἢ ὁ μετὰ ῥώμης καὶ κοινῆς ἐλπίδος ἅμα γιγνόμενος ἀναίσθητος θάνατος» (Για τους ανδρείους ο εξευτελισμός τής δειλίας είναι χειρότερος απ᾽ τον γενναίο κι αναπάντεχο θάνατο) (Θουκ. 2.43.6)].

Λύκος λιμώττων περιῄει ζητῶν τροφήν. Γενόμενος δὲ κατά τινα τόπον, ἤκουσε παιδίου κλαίοντος καὶ γραὸς λεγούσης αὐτῷ· «Παῦσαι τοῦ κλαίειν· εἰ δὲ μή, τῇ ὥρᾳ ταύτῃ ἐπιδώσω σε τῷ λύκῳ». Οἰόμενος δὲ ὁ λύκος ὅτι ἀληθεύει ἡ γραῦς, ἵστατο πολλὴν ἐκδεχόμενος ὥραν. Ὡς δ’ ἑσπέρα κατέλαβεν, ἀκούει πάλιν τῆς γραὸς κολακευούσης τὸ παιδίον καὶ λεγούσης αὐτῷ· «Ἐὰν ἔλθῃ ὁ λύκος δεῦρο, φονεύσομεν, ὦ τέκνον, αὐτόν». Ταῦτα ἀκούσας ὁ λύκος ἐπορεύετο λέγων· «Ἐν ταύτῃ τῇ ἐπαύλει ἄλλα μὲν λέγουσιν, ἄλλα δὲ πράττουσιν».

Ὁ μῦθος πρὸς ἀνθρώπους οἵτινες τὰ ἔργα τοῖς λόγοις οὐκ ἔχουσιν ὅμοια.

[Ένας πεινασμένος λύκος τριγυρνούσε εδώ κι εκεί αναζητώντας τροφή. Όταν έφτασε σε μια αγροικία, άκουσε ένα παιδί να κλαίει και μια γρια να του λέει: «Πάψε να κλαις γιατί τώρα θα σε δώσω στο λύκο να σε φάει!».

Ο λύκος πίστεψε πως αυτό που είπε η γρια το εννοούσε κιόλας. Και στάθηκε και περίμενε πότε το παιδάκι θα ξαναγίνει ενοχλητικό. Όταν βράδιασε, το παιδάκι ήταν ήρεμο και η γρια το καλόπιανε λέγοντάς του: «Αγοράκι μου γλυκό, αν έρθει εδώ ο κακός λύκος, θα τον σκοτώσουμε!».

Σαν τ’ άκουσε αυτά ο λύκος, απομακρύνθηκε μονολογώντας: «Σ’ αυτό το σπίτι άλλα λένε κι άλλα κάνουν!».

Για ανθρώπους τών οποίων οι φραστικές δεσμεύσεις και διακηρύξεις είναι αναντίστοιχες προς τις πράξεις τους.

Παροιμίες: «Άλλα μού λε το στόμα σου κι άλλα μού λεν τα έργα σου» (Χίος). «Αθηναίοι και Θηβαίοι και κακοί Μυτιληναίοι, άλλα λέσιν το ταχύ κι΄ άλλα κάνουν το βραδύ» (Αμοργός). «Οι κατσοί Μυτιληνοί άλλα λένι του βραδύ, τσ’ άλλα κάνουν του ταχύ» (Λέσβος). «Καλά 'dα λόια σου μα βρωμού dα χνώτα σου» (Νάξος). Ποντιακή παροιμία: «Την κοιλοπονέτραν ούλ’ εγκούνα έταξαν κι όντας εγέννεσεν, έτρεξεν ’ς σ’ αντρού ατ’ς τα παλεσάλβαρα» (Στην έγκυο όλοι έταζαν μωρουδιακά, κι όταν γέννησε έτρεξε στου άντρα της τα παλιοσώβρακα)].

Λύκος καταπιὼν ὀστοῦν περιῄει τὸν ἰασόμενον αὐτὸν ζητῶν. Περιτυχὼν δὲ ἐρωδιῷ, τοῦτον παρεκάλει ἐπὶ μισθῷ τὸ ὀστοῦν ἐκβαλεῖν. Κἀκεῖνος καθεὶς τὴν ἑαυτοῦ κεφαλὴν εἰς τὴν φάρυγγα αὐτοῦ τὸ ὀστοῦν ἐξέσπασε καὶ τὸν ὡμολογημένον μισθὸν ἀπῄτει. Ὁ δὲ ὑποτυχὼν εἶπεν· «Ὦ οὗτος, οὐκ ἀγαπᾷς ἐκ λύκου στόματος σώαν τὴν κεφαλὴν ἐξενεγκών, ἀλλὰ καὶ μισθὸν ἀπαιτεῖς;».

Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι μεγίστη παρὰ τοῖς πονηροῖς εὐεργεσίας ἀμοιβὴ τὸ μὴ προσαδικεῖσθαι ὑπ’ αὐτῶν.

[Ένας λύκος κατάπιε ένα ολόκληρο κόκκαλο, το οποίο στάθηκε στο λαιμό του. Δε μπορούσε ούτε να το βγάλει ούτε να το καταπιεί. Τριγυρνούσε λοιπόν εδώ κι εκεί, για να βρει κανέναν περαστικό και να θεραπευτεί απ’ αυτόν. Στο δρόμο συναντά έναν ερωδιό. Ο ερωδιός είναι ένα ποταμίσιο πουλί με μακρύ ράμφος. Λέει στον ερωδιό: «Βγάλε μου το κόκκαλο απ’ το λαιμό, κι εγώ θα σου δώσω μια μεγάλη ανταμοιβή!».

Ανοίγει ο λύκος το στόμα του, και βάζει ο ερωδιός το κεφάλι του μέσα στο στόμα τού λύκου. Με το ράμφος του πιάνει το κόκκαλο απ’ τον φάρυγγα τού λύκου, το τραβά έξω και ζητά την αμοιβή που του είχε τάξει ο λύκος.

Κι ο λύκος απαντά: «φιλαράκο, δε σου φτάνει που, ενώ έβαλες το κεφάλι σου μέσα στο στόμα τού λύκου, τό ’βγαλες σώο και αβλαβές, μόνο ζητάς κι αμοιβή αποπάνω;; Η αμοιβή σου είναι που δεν σ’ έφαγα ενώ το μπορούσα».

Το παραμύθι διδάσκει πως, άμα μπλέκεις με παλιανθρώπους και παλιοτόμαρα, όχι μόνο δεν πρέπει να προσδοκάς αμοιβή απ’ αυτούς, αλλά θα πρέπει να θεωρείς και μεγάλο κέρδος σου το ότι δεν έπαθες κάποια χοντρή ζημιά. Δηλαδή «από τη ζημιά κέρδος δεν έχεις».

Παροιμίες: «Αφ’ τη τζημιά κέρδος φυλάγεις;» (Χίος). «Αφ’ τού λύκου το στόμα εγλύτωσα!» (Χίος)].

Λύκος κατά τινα ἄρουραν ὁδεύων κριθὰς εὗρε· μὴ δυνάμενος δὲ αὐταῖς τροφῇ χρήσασθαι, καταλιπὼν ἀπῄει. Ἵππῳ δὲ συντυχών, τοῦτον ἐπὶ τὴν ἄρουραν ἐπήγαγε λέγων ὡς εὑρὼν κριθὰς αὐτὸς μὲν οὐκ ἔφαγεν, αὐτῷ δὲ ἐφύλαξεν, ἐπεὶ καὶ ἡδέως αὐτοῦ τὸν ψόφον τῶν ὀδόντων ἀκούει. Καὶ ὁ ἵππος ὑποτυχὼν εἶπεν· «Ἀλλ’, ὦ οὗτος, εἰ λύκοι κριθῶν τροφῇ χρῆσθαι ἠδύναντο, οὐκ ἄν ποτε τὰ ὦτα τῆς γαστρὸς προέκρινας».

Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι οἱ φύσει πονηροί, κἂν χρηστότητα ἐπαγγέλλωνται, οὐ πιστεύονται.

[Ένας λύκος τριγυρνούσε μέσα σε κάποιο χωράφι. Εκεί βρήκε λίγο κριθάρι. Επειδή βέβαια ο ίδιος, ως σαρκοφάγο ζώο, δε μπορούσε να φάει το κριθάρι, το παράτησε κι έφυγε. Στο δρόμο του συναντά ένα άλογο. Το παίρνει να το οδηγήσει στο χωράφι. Καθώς βάδιζαν, τού ’λεγε συνεχώς για το κριθάρι, πως το βρήκε ο ίδιος αλλά δεν τό ’φαγε παρά το φύλαξε για το φίλο του, το άλογο: «και ξέρεις γιατί θέλω να σου κάμω ένα τέτοιο δώρο; Επειδή γουστάρω ν’ ακούω τα δόντια σου όταν μασάς».

Το άλογο βέβαια δεν «τσίμπησε» στις λυκοφιλίες: «άσε τις μαλαγανιές! Αν οι λύκοι μπορούσαν να φάνε κριθάρια, σίγουρα δεν θα προτιμούσες την τέρψη τής ακοής απ’ την ευχαρίστηση τής κοιλιάς!».

Δίδαγμα πρώτο: οι εκ φύσεως αχρείοι, ακόμα κι αν παριστάνουν τούς καλούς, από κανέναν δεν γίνονται πιστευτοί.

Δίδαγμα δεύτερο: κάποιες φορές ορισμένοι άνθρωποι χαρίζουν κάτι σε άλλους είτε διότι αυτό είναι στους ίδιους άχρηστο είτε επειδή δε μπορούν οι ίδιοι να το απολαύσουν ή να το αξιοποιήσουν, με σκοπό αυτός που θα λάβει τη δωρεά να τους χρωστά χάρη κι ευγνωμοσύνη].

Λύκος ἐν κλοιῷ δεδεμένον ὁρῶν μέγιστον κύνα ἤρετο· «Δήσας τίς ἐξέθρεψε τοῦτον;». Ὁ δὲ ἔφη· «Κυνηγός». – «Ἀλλὰ τοῦτο μὴ πάθοι λύκος· ἐμοὶ φίλος γάρ λιμὸς ἢ κλοιοῦ βαρύτης».

Ὁ λόγος δηλοῖ τὸ ἐν ταῖς συμφοραῖς οὐδὲ γαστρίζεσθαι.

[Μια φορά ένας λύκος αντίκρυσε έναν πελώριο σκύλο, που ήταν δεμένος με κολάρο στο λαιμό. Και τον ρώτησε: «ποιος σ’ έδεσε, βρε φουκαρά; Μήπως εκείνος που σε ταΐζει και σ’ έχει τόσο καλοθρεμμένο;». – «Ναι! Ο αφέντης μου ο κυνηγός μ’ έδεσε εδώ».

Κι ο λύκος απάντησε: «Μωρέ τέτοιο κακό λύκος να μην το πάθει! Κάλλιο να ψοφώ τής πείνας και λεύτερος στα δάση παρά τετράπαχος και με το σφίξιμο τού κολάρου στο λαιμό!».

Δίδαγμα: προτιμότερη η φτωχική ελευθερία από την πλούσια σκλαβιά.

Παροιμία: «Κάλλιο φτωχός και λεύτερος παρά πλούσιος και σκλάβος» (Χίος)].

Ὄνος ἄγριος ὄνον ἥμερον θεασάμενος ἔν τινι εὐηλίῳ τόπῳ προσελθὼν ἐμακάριζεν αὐτὸν ἐπὶ τῇ εὐεξίᾳ τοῦ σώματος καὶ τῇ τῆς τροφῆς ἀπολαύσει. Ὕστερον δὲ ἰδὼν αὐτὸν ἀχθοφοροῦντα καὶ τὸν ὀνηλάτην ὀπίσω ἑπόμενον καὶ ῥοπάλῳ παίοντα εἶπεν· «Ἀλλ’ ἔγωγε οὐκέτι σε εὐδαιμονίζω· ὁρῶ γὰρ ὅτι οὐκ ἄνευ κακῶν μεγάλων τὴν ἀφθονίαν ἔχεις».

Οὕτως οὐκ ἔστι ζηλωτὰ τὰ μετὰ κινδύνων καὶ ταλαιπωριῶν περιγινόμενα κέρδη.

[Ένα άγριο γαϊδούρι είδε ένα ήμερο γαϊδούρι να στέκεται στη λιακάδα καλοθρεμμένο και να τρώει μπόλικη τροφή.

Ο άγριος γάιδαρος ζήλεψε κι είπε: «τι καλή ζωή που περνάτε εσείς οι ήμεροι γαϊδάροι! Έχετε μπόλικη και πλούσια τροφή, έχετε δίπλα σας όσο νερό θέλετε, μένετε μέσα σε ζεστούς στάβλους χωρίς να βρέχεστε και να κρυώνετε, είστε καλοζωϊσμένοι κι «ολοστρόγγυλοι»! Ενώ εμείς, οι δύστυχοι, μόνο χορτάρι βόσκουμε στα βουνά, ψάχνουμε εμείς κάθε μέρα για νερό, κοιμόμαστε στο ύπαιθρο με ό,τι καιρό κι αν έχει, είμαστε ταλαιπωρημένοι και κοκκαλιάρηδες!».

Κάποια στιγμή όμως ο άγριος γάιδαρος είδε τον ήμερο να κουβαλά φορτία, κι από πίσω του ο ονηλάτης να τον βαρά μ’ ένα ραβδί για να βαδίζει πιο γρήγορα.

Τότε τού είπε: «τελικά δεν είναι για να σε ζηλεύω! Έχεις στη διάθεσή σου άφθονα αγαθά διότι τραβάς και πολλά ζόρια και βάσανα! Ό,τι καλό κι αν έχεις, το πληρώνεις πολύ ακριβά!».

Δίδαγμα: κέρδη που αποκτώνται με κινδύνους και ταλαιπωρίες δεν αξίζει να τα ζηλεύουμε. Δηλαδή η ατομική μας αξιοπρέπεια και ελευθερία δεν εξαργυρώνεται με όλου τού κόσμου τα πλούτη και τα υλικά ανταλλάγματα].

Λύκος ποτὲ ἄρας πρόβατον ἐκ ποίμνης ἐκόμιζεν εἰς κοίτην. Λέων δὲ αὐτῷ συναντήσας ἀφεῖλε τὸ πρόβατον. Ὁ δὲ πόρρωθεν σταθεὶς εἶπεν· «Ἀδίκως ἀφείλου τὸ ἐμόν». Ὁ δὲ λέων γελάσας ἔφη· «Σοὶ γὰρ δικαίως ὑπὸ φίλου ἐδόθη;».

[Ὅτι] ἅρπαγας καὶ πλεονέκτας λῃστὰς ἔν τινι πταίσματι κειμένους καὶ ἀλλήλους μεμφομένους ὁ μῦθος ἐλέγχει.

[Ένας λύκος άρπαξε κάποτε ένα πρόβατο και το κουβαλούσε στη φωλιά του. Στο δρόμο τον συνάντησε ένα λιοντάρι, και άρπαξε το πρόβατο απ’ τον λύκο. Ο λύκος, που βεβαίως δεν ήταν σε θέση να τα βάλει με το λιοντάρι και να διεκδικήσει το κλεμμένο πρόβατο, στάθηκε σε κάποια απόσταση από το λιοντάρι και του λέει: «είσαι κλέφτης κι άδικος! Άδικα και με τη βία μού πήρες αυτό που μου ανήκει!».

Και το λιοντάρι ειρωνικά: «σώπα ρε φίλε! Γιατί, εσύ το απόκτησες «με το Σταυρό στο χέρι;».

Ο μύθος υπαινίσσεται άρπαγες και πλεονέκτες οι οποίοι, ενώ είναι τής αυτής ηθικής υποστάθμης, ωστόσο παραδίδουν ο ένας στον άλλον μαθήματα ηθικής συμπεριφοράς. Οι αχρείοι και ανήθικοι βασίζουν τη «φιλία» και την όλη συνεργασία τους αποκλειστικά στο συμφέρον. Γι’ αυτό και ισχύει ανάμεσά τους ο κώδικας ηθικής τών απατεώνων.

Παροιμίες: «Μεταξύ κατεργαρέων ειλικρίνεια!», «Σους κ' εσύ και σους κ' εγώ και πάρε συ τα πενήντα κ' εγώ τ' άλλα πενήντα» (Κρήτη). «Δκυό jαμπαζήες πάνω σ' ένασ jhοινίν έχ χορεύγκουν» (επί απατεώνων και πονηρών ανθρώπων οι οποίοι αδυνατούν να καταλήξουν σε συμφωνία διότι δεν μπορούν να εξαπατήσουν ο ένας τον άλλον. Τσαμπάσηδες: μεσίτες προς διαπραγμάτευση αγοραπωλησίας ζώων) (Κύπρος). Ανάλογη λατινική: De gustibus non est disputandum (Σε θέματα γεύσης δεν υπάρχει φιλονεικία). Ισπανική: Entre bueyes no hay cornadas (Μεταξύ κατεργαρέων ειλικρίνεια)].

Λύκος τῶν λοιπῶν στρατηγήσας λύκων νόμους ἔταξε πᾶσιν, ἵνα ὅ τι ἂν ἕκαστος κυνηγήσῃ, πάντα εἰς μέσον ἄξῃ καὶ μερίδα ἴσην ἑκάστῳ δώσῃ, ὅπως μὴ οἱ λοιποὶ ἐνδεεῖς ὄντες ἀλλήλους κατεσθίωσιν. Ὄνος δὲ παρελθὼν τὴν χαίτην σείσας ἔφη· «Ἐκ φρενὸς λύκου καλὴ γνώμη· ἀλλὰ πῶς σὺ τὴν χθεσινὴν ἄγραν τῇ κοίτῃ ἐναπέθου; Ἄγε ταύτην εἰς μέσον ἀπομερίσας». Ὁ δὲ ἐλεγχθεὶς τοὺς νόμους ἀνέλυσεν.

Ὅτι αὐτοὶ οἱ τοὺς νόμους δικαίως ὁρίζειν δοκοῦντες καὶ ἐν οἷς ὁρίζουσιν καὶ δικάζουσιν οὐκ ἐμμένουσιν.

[Ένας λύκος ανακηρύχτηκε στρατηγός όλων τών λύκων. Τότε εισηγήθηκε σ’ όλους τούς λύκους τη θέσπιση τού εξής νόμου: «όποιος λύκος συλλαμβάνει οποιοδήποτε θήραμα κι οποιανδήποτε λεία, να τα καταθέτει σε μια κοινή αποθήκη. Κι όλα αυτά να διανέμονται εξίσου σ’ ολόκληρη τη λυκοκοινωνία. Διότι έτσι θα επικρατήσει η κοινοκτημοσύνη αγαθών, που είναι η βασική προϋπόθεση τής κοινωνικής ειρήνης».

Τότε πετιέται ένας γάιδαρος, που άκουγε εκείνη την ωραία δημηγορία τού λύκου, και, σείοντας ειρωνικά τη χαίτη του, λέει: «Στρατηγέ, αν και λύκος και άρπαγας, ωραία τα λες στα λόγια! Όμως τα έργα σου λένε άλλα: χτες, που εσύ άρπαξες ένα μεγάλο θήραμα, το κουβάλησες, μόνος σου και στα κρυφά, στη δική σου κρυψώνα, φυσικά για να το φας ολομόναχος!».

Έτσι ο στρατηγός τών λύκων, επειδή «πιάστηκε αδιάβαστος», απέσυρε εκείνον το νόμο, ο οποίος βέβαια και δεν εφαρμόστηκε ποτέ στη λυκοκοινωνία.

Δίδαγμα: κάποιοι, ενώ εκδηλώνουν κοινωνικές ευαισθησίες και εισηγούνται νόμους οι οποίοι πράγματι αποβλέπουν σε μια δικαιότερη κοινωνία, με κοινοκτημοσύνη και χωρίς την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, οι ίδιοι, την ίδια στιγμή, μέσω τής ατομικής συμπεριφοράς τους, αυτοαναιρούνται. Συγκεκριμένα, ενώ διακηρύττουν την κοινοκτημοσύνη και ευαγγελίζονται μια δικαιότερη κοινωνία, οι ίδιοι, δια της συμπεριφοράς τους, δείχνουν ότι παραμένουν στο έπακρον ιδιοτελείς και ατομιστές. Πολλοί παριστάνουν τούς αριστερούς και τους κομμουνιστές αλλά στην πράξη είναι ψευτοαριστεροί και ψευτοκομμουνιστές. Διότι ο αριστερισμός και ο σοσιαλισμός είναι πρωτίστως στάση βίου, δηλαδή ανιδιοτέλεια και υπέρβαση τού χυδαίου ατομικισμού, και κατόπιν πολιτικοκοινωνικό και οικονομικό καθεστώς. Αν δε μπορείς να ανασυντάξεις και ν’ αλλάξεις τον κακό εαυτό σου πρώτα και να κάνεις την ατομική σου υπέρβαση προς το καλύτερο, δηλαδή να ξεκολλήσεις από τα «βαρίδια» τής κτητικότητας και του ωφελιμισμού που «σε τραβάνε προς τα κάτω», δε γίνεται ν’ αλλάξεις τον κόσμο. Αν δεν ξέρεις να κολυμπάς στην πισίνα, αποκλείεται να κολυμπήσεις και στην ανοιχτή θάλασσα.

Με λίγα λόγια, το αριστερό μοντέλο σύνταξης και διάρθρωσης τής ανθρώπινης κοινωνίας, το οποίο σαφώς και ευαγγελίζεται μια δίκαιη και ανθρώπινη κοινωνία, δίχως την εκμετάλλευση τού αδύναμου από τον δυνατό, σκοντάφτει στην κτητικότητα και συμφεροντολογία τής ανθρώπινης φύσης. Οι περισσότεροι άνθρωποι δύσκολα ξεφεύγουν από το «εγώ» ώστε να μετακινηθούν προς το «εμείς», έστω κι αν ασκηθεί πάνω τους μια χρόνια σοσιαλιστική πολιτική διαπαιδαγώγηση. Κάποια στιγμή αρκετοί εκ των «διδαχθέντων» θα «υποτροπιάσουν» προς τον αρχικό εαυτό τους, δηλαδή η ανθρώπινη φύση (ροπή προς το ατομικό συμφέρον) θα υπερισχύσει τής πολιτικοκοινωνικής διαπαιδαγώγησης (διακονία τού κοινωνικού συμφέροντος, τού κοινού καλού). Αυτό τουλάχιστον έχει δείξει μέχρι σήμερα η ίδια η Ιστορία. Τώρα, εάν η ανθρώπινη φύση εμφανίσει δείγματα αλλαγής, αυτό θα φανεί στην πορεία τού χρόνου!

Παροιμίες: «Αριστερός με δεξιά τσέπη!», «Όλοι θέλουν ν’ αλλάξουν τον κόσμο αλλά κανείς τον εαυτό του». «Ο Μανόλης με τα λόγια χτίζει ανώγεια και κατώγεια» (=όλα είναι εύκολα στα λόγια. Η υλοποίηση ενέχει τις δυσκολίες)].

Λύκος ἀκολουθῶν ποίμνῃ προβάτων οὐδὲν ἠδίκει. Ὁ δὲ ποιμὴν κατὰ μὲν ἀρχὰς ἐφυλάττετο αὐτὸν ὡς πολέμιον καὶ δεδοικὼς παρετηρεῖτο. Ἐπεὶ δὲ συνεχῶς ἐκεῖνος παρεπόμενος οὐδ’ ἀρχὴ ἁρπάζειν ἐπεχείρει, τὸ τηνικαῦτα νοήσας φύλακα μᾶλλον αὐτὸν εἶναι ἢ ἐπίβουλον, ἐπειδὴ χρεία τις αὐτὸν κατέλαβεν εἰς ἄστυ παραγενέσθαι, καταλιπὼν παρ’ αὐτῷ τὰ πρόβατα ἀπηλλάγη. Καὶ ὃς καιρὸν ἔχειν ὑπολαβὼν τὰ πλεῖστα εἰσπεσὼν διεφόρησεν. Ὁ δὲ ποιμὴν ἐπανελθὼν καὶ θεασάμενος τὴν ποίμνην διεφθαρμένην ἔφη· «Ἀλλ’ ἔγωγε δίκαια πέπονθα· τί γὰρ λύκῳ πρόβατα ἐπίστευον;».

Οὕτω καὶ τῶν ἀνθρώπων οἱ τοῖς φιλαργύροις τὴν παρακαταθήκην ἐγχειρίζοντες εἰκότως ἀποστεροῦνται.

[Ένας λύκος ακολουθούσε από απόσταση ένα κοπάδι προβάτων, χωρίς να τα ενοχλεί. Ο τσοπάνης, στην αρχή, έπαιρνε τα μέτρα του και τον έβλεπε ως εχθρό, δηλαδή δεν τον άφηνε να πλησιάσει το κοπάδι. Αυτό συνεχίστηκε για κάμποσο καιρό: ο λύκος ακολουθούσε το κοπάδι αλλά δεν εκδήλωνε εχθρική διάθεση απέναντί του. Ουδέποτε αποπειράθηκε ν’ αρπάξει κάποιο πρόβατο ή να κάνει κάποια ζημιά. Ο λύκος είχε εκείνη τη συμπεριφορά για αρκετό καιρό, οπότε κέρδισε την εμπιστοσύνη τού τσοπάνη. Ο τσοπάνης πείστηκε πως ο λύκος δεν ήταν εχθρός τών προβάτων αλλά φύλακας τού κοπαδιού.

Έτσι, μια φορά, που χρειάστηκε ο τσοπάνης να πάει στην πόλη για κάποιες δουλειές του και δεν είχε κάποιον αντικαταστάτη ν’ αφήσει στη θέση του, ανέθεσε στο λύκο τη φύλαξη τού κοπαδιού. Κι ο ίδιος έφυγε για την πόλη.

Όσο διάστημα ο βοσκός απουσίαζε στην πόλη, ο λύκος βρήκε την ευκαιρία και «νοικοκύρεψε καλά» το κοπάδι: έπεσε πάνω στο κοπάδι και το ρήμαξε!

Όταν ο βοσκός γύρισε, είδε το κοπάδι αφανισμένο. Κι είπε: «αναμενόμενο ήταν αυτό που συνέβη! Έβαλα το λύκο να φυλάει τ’ αρνιά!».

Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με μερικούς: εμπιστεύονται την περιουσία τους σε παραδόπιστους και συμφεροντολόγους, με αποτέλεσμα στο τέλος να τη χάνουν.

Παροιμίες: «Εβάλαν το λύκο να φυλάγει τα πρόβατα!». «Βάλε τον λύκον πιστικόν, την αλεπού δραάτη και πέσε ν' αποκοιμηθής αξέννοιος στο κρεββάτι» (Αμοργός). «Έβαλαν τον αλουπόν να γλέπη τες όρνιθες./Εβάλαν τογ κολοιόν να βλέπη τα σύκα» (Κύπρος). «Ο φρόνιμος ο άνθρωπος δε βάζει την κατσίκα του να φυλάει τ’ αμπέλι». Ισπανική: «Pusieron a la zorra a guardar las gallinas» (Βάλανε την αλεπού τις κότες να φυλάξει). Ιταλική: «Porre il lupo per pecoraio!» (Βάλε το λύκο για βοσκό!). «Ἀετὸν κάνθαρος μαιεύεται: ἐπὶ τῶν ὑπό τινων εὐτελῶν πασχόντων. ὁ γὰρ κάνθαρος τὰ τοῦ ἀετοῦ ὠὰ ἀφανίζει κυλίων» (Γρηγορίου τού Κυπρίου)].

Λύκος τροφῆς κεκορεσμένος, ἐπειδὴ ἐθεάσατο πρόβατον ἐπὶ γῆς βεβλημένον, αἰσθόμενος ὅτι διὰ τὸν ἑαυτοῦ φόβον πέπτωκε, προσελθὼν παρεθάρσυνεν αὐτό, λέγων ὡς, ἐὰν αὐτῷ τρεῖς λόγους ἀληθεῖς εἴπῃ, ἀπολύσει αὐτό. δὲ ἀρξάμενον ἔλεγε πρῶτον μὲν μὴ βεβουλῆσθαι αὐτῷ περιτυχεῖν, δεύτερον δέ, εἰ ἄρα τοῦτο ἥμαρτε, τυφλῷ, τρίτον δὲ ὅτι «κακοὶ κακῶς ἀπόλοισθε πάντες οἱ λύκοι, ὅτι μηδὲν παθόντες ὑφ’ ἡμῶν κακῶς πολεμεῖτε ἡμᾶς». Καὶ ὁ λύκος ἀποδεξάμενος αὐτοῦ τὸ ἀψευδὲς ἀπέλυσεν αὐτό.

Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι πολλάκις ἀλήθεια καὶ παρὰ πολεμίοις ἰσχύει.

[Ένας λύκος, που έτυχε να είναι χορτάτος, συνάντησε ένα πρόβατο ξαπλωμένο στο έδαφος. Και σκέφτηκε: «αυτό το πρόβατο δεν είναι νεκρό. Μάλλον λιποθύμησε. Όπως φαίνεται, έπεσε ξερό απ’ το φόβο του, βλέποντάς με! Ή κάνει το ψόφιο, για να το προσπεράσω και να φύγω».

Πλησιάζει το πρόβατο και του λέει: «αν μου πεις τρία πράγματα, που να είναι οπωσδήποτε αληθινά, εγώ θα σ’ αφήσω και δεν θα σε πειράξω. Αν όμως μού πεις ψευτιές, θα σε κατασπαράξω».

Και το πρόβατο απαντά: «Το πρώτο: ήθελα ποτέ να μη σε συναντήσω! Το δεύτερο: ήθελα, αφού σε συνάντησα, να είσαι στραβός και να μη βλέπεις! Και το τρίτο: όλοι οι λύκοι είστε καθάρματα, και μακάρι να πάτε στο Διάολο και να χαθείτε, γιατί, ενώ εμείς τ’ αθώα πρόβατα δεν σας βλάφτομε, εσείς επιζητάτε το θάνατό μας!».

Ο λύκος παραδέχτηκε ότι και τα τρία εκείνα ήταν μεγάλες αλήθειες. Κι έτσι άφησε ελεύθερο το πρόβατο.

Δίδαγμα: συχνά οι μεγάλες αλήθειες λειτουργούν αφοπλιστικά, ακόμα και για τους πιο μεγάλους εχθρούς μας.

Παροιμίες: «Όποιος λέγει την αλήθεια, το Θεό έχει βοήθεια!». «Η αλήθκεια εν τού Θεού τζαι το ψέμμαν τού δκιαόλου» (Κύπρος). «Μὴ ψεύδου, ἀλλ᾽ ἀλήθευε» (Μη λες ψέματα· λέγε την αλήθεια) (3.1.172β, Σόλων Ἐξηκεστίδου Ἀθηναῖος. Επτά Σοφοί, Στοβαίος). ). «ὃ λέγω ὑμῖν ἐν τῇ σκοτίᾳ, εἴπατε ἐν τῷ φωτί, καὶ ὃ εἰς τὸ οὖς ἀκούετε, κηρύξατε ἐπὶ τῶν δωμάτων. καὶ μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυναμένων ἀποκτεῖναι· φοβήθητε δὲ μᾶλλον τὸν δυνάμενον καὶ ψυχὴν καὶ σῶμα ἀπολέσαι ἐν γεέννῃ» (Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, 10. 27-28). Αγγλικές: «speak the truth and shame the devil./truth's best ornament is nakedness». Γερμανική: «Sprich die Wahrheit dem Teufel zum Trotz». Ισπανική: «la verdad y el agua, clara»].

QOSHE - Αισώπου μύθοι μέρος 23ο - Λεωνίδα Πυργάρη
menu_open
Columnists Actual . Favourites . Archive
We use cookies to provide some features and experiences in QOSHE

More information  .  Close
Aa Aa Aa
- A +

Αισώπου μύθοι μέρος 23ο

4 0
17.11.2023

Λύκος ἀρνίον ἐδίωκε· τὸ δὲ εἴς τι ἱερὸν κατέφυγε. Προσκαλουμένου δὲ αὐτὸ τοῦ λύκου καὶ λέγοντος ὅτι θυσιάσει αὐτὸ ὁ ἱερεύς, εἰ καταλάβῃ, τῷ θεῷ, ἐκεῖνο ἔφη· «Ἀλλ’ αἱρετώτερόν μοί ἐστι θεοῦ θυσίαν γενέσθαι ἢ ὑπὸ σοῦ διαφθαρῆναι».

Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι οἷς ἐπίκειται τὸ ἀποθανεῖν κρείττων ἐστὶν ὁ μετὰ δόξης θάνατος.

[Ένας λύκος καταδίωκε ένα αρνί. Το αρνί, για να γλυτώσει απ’ το λύκο, ζήτησε καταφύγιο μέσα σ’ ένα ναό. Ο λύκος δε μπορούσε να μπει μέσα στο ναό για να το πιάσει. Στάθηκε λοιπόν απέξω και φώναζε στ’ αρνί: «μη μένεις μέσα στο ναό! Θα σε πιάσει ο ιερέας τού θεού και θα σε θυσιάσει!».

Απαντά τ’ αρνί: «Χίλιες φορές καλύτερα να γίνω θυσία στο θεό παρά να με κατασπαράξεις εσύ!».

Ο μύθος διδάσκει πως, για όσους πρόκειται να πεθάνουν, είναι προτιμότερος ένας ένδοξος από έναν ατιμωτικό και εξευτελιστικό θάνατο. Για έναν άνθρωπο αξιοπρεπή και με αυξημένο το αίσθημα τού αυτοσεβασμού προτιμότερος ο θάνατος από τον αυτοεξευτελισμό και την ατίμωση.

Παροιμίες: «Κάλλιο τής γης κουκούλωμα παρά τού κόσμου γέλιο» (Χάλανδρα Χίου). «Παρά τού κόσμου ’νείδιο κάλλιο τού τάφου πλάκωμα» (Χίος). «ἀλγεινοτέρα γὰρ ἀνδρί γε φρόνημα ἔχοντι ἡ μετὰ τοῦ [ἐν τῷ] μαλακισθῆναι κάκωσις ἢ ὁ μετὰ ῥώμης καὶ κοινῆς ἐλπίδος ἅμα γιγνόμενος ἀναίσθητος θάνατος» (Για τους ανδρείους ο εξευτελισμός τής δειλίας είναι χειρότερος απ᾽ τον γενναίο κι αναπάντεχο θάνατο) (Θουκ. 2.43.6)].

Λύκος λιμώττων περιῄει ζητῶν τροφήν. Γενόμενος δὲ κατά τινα τόπον, ἤκουσε παιδίου κλαίοντος καὶ γραὸς λεγούσης αὐτῷ· «Παῦσαι τοῦ κλαίειν· εἰ δὲ μή, τῇ ὥρᾳ ταύτῃ ἐπιδώσω σε τῷ λύκῳ». Οἰόμενος δὲ ὁ λύκος ὅτι ἀληθεύει ἡ γραῦς, ἵστατο πολλὴν ἐκδεχόμενος ὥραν. Ὡς δ’ ἑσπέρα κατέλαβεν, ἀκούει πάλιν τῆς γραὸς κολακευούσης τὸ παιδίον καὶ λεγούσης αὐτῷ· «Ἐὰν ἔλθῃ ὁ λύκος δεῦρο, φονεύσομεν, ὦ τέκνον, αὐτόν». Ταῦτα ἀκούσας ὁ λύκος ἐπορεύετο λέγων· «Ἐν ταύτῃ τῇ ἐπαύλει ἄλλα μὲν λέγουσιν, ἄλλα δὲ πράττουσιν».

Ὁ μῦθος πρὸς ἀνθρώπους οἵτινες τὰ ἔργα τοῖς λόγοις οὐκ ἔχουσιν ὅμοια.

[Ένας πεινασμένος λύκος τριγυρνούσε εδώ κι εκεί αναζητώντας τροφή. Όταν έφτασε σε μια αγροικία, άκουσε ένα παιδί να κλαίει και μια γρια να του λέει: «Πάψε να κλαις γιατί τώρα θα σε δώσω στο λύκο να σε φάει!».

Ο λύκος πίστεψε πως αυτό που είπε η γρια το εννοούσε κιόλας. Και στάθηκε και περίμενε πότε το παιδάκι θα ξαναγίνει ενοχλητικό. Όταν βράδιασε, το παιδάκι ήταν ήρεμο και η γρια το καλόπιανε λέγοντάς του: «Αγοράκι μου γλυκό, αν έρθει εδώ ο κακός λύκος, θα τον σκοτώσουμε!».

Σαν τ’ άκουσε αυτά ο λύκος, απομακρύνθηκε μονολογώντας: «Σ’ αυτό το σπίτι άλλα λένε κι άλλα κάνουν!».

Για ανθρώπους τών οποίων οι φραστικές δεσμεύσεις και διακηρύξεις είναι αναντίστοιχες προς τις πράξεις τους.

Παροιμίες: «Άλλα μού λε το στόμα σου κι άλλα μού λεν τα έργα σου» (Χίος). «Αθηναίοι και Θηβαίοι και κακοί Μυτιληναίοι, άλλα λέσιν το ταχύ κι΄ άλλα κάνουν το βραδύ» (Αμοργός). «Οι κατσοί Μυτιληνοί άλλα λένι του βραδύ, τσ’ άλλα κάνουν του ταχύ» (Λέσβος). «Καλά 'dα λόια σου μα βρωμού dα χνώτα σου» (Νάξος). Ποντιακή παροιμία: «Την κοιλοπονέτραν ούλ’ εγκούνα έταξαν κι όντας εγέννεσεν, έτρεξεν ’ς σ’ αντρού ατ’ς τα παλεσάλβαρα» (Στην έγκυο όλοι έταζαν μωρουδιακά, κι όταν γέννησε έτρεξε στου άντρα της τα παλιοσώβρακα)].

Λύκος καταπιὼν ὀστοῦν περιῄει τὸν ἰασόμενον αὐτὸν ζητῶν. Περιτυχὼν δὲ ἐρωδιῷ, τοῦτον παρεκάλει ἐπὶ μισθῷ τὸ ὀστοῦν ἐκβαλεῖν. Κἀκεῖνος καθεὶς τὴν ἑαυτοῦ κεφαλὴν εἰς τὴν φάρυγγα αὐτοῦ τὸ ὀστοῦν ἐξέσπασε καὶ τὸν ὡμολογημένον μισθὸν ἀπῄτει. Ὁ δὲ ὑποτυχὼν εἶπεν· «Ὦ οὗτος, οὐκ ἀγαπᾷς ἐκ λύκου στόματος σώαν τὴν κεφαλὴν ἐξενεγκών, ἀλλὰ καὶ μισθὸν ἀπαιτεῖς;».

Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι μεγίστη παρὰ τοῖς πονηροῖς εὐεργεσίας ἀμοιβὴ τὸ μὴ προσαδικεῖσθαι ὑπ’ αὐτῶν.

[Ένας λύκος κατάπιε ένα ολόκληρο κόκκαλο, το οποίο στάθηκε στο λαιμό του. Δε μπορούσε ούτε να το βγάλει ούτε να το καταπιεί. Τριγυρνούσε λοιπόν εδώ κι εκεί, για να βρει κανέναν περαστικό και να θεραπευτεί απ’ αυτόν. Στο δρόμο συναντά έναν ερωδιό. Ο ερωδιός είναι ένα ποταμίσιο πουλί με μακρύ ράμφος. Λέει στον ερωδιό: «Βγάλε μου το κόκκαλο απ’ το λαιμό, κι εγώ θα σου δώσω μια μεγάλη ανταμοιβή!».

Ανοίγει ο λύκος το στόμα του, και βάζει ο ερωδιός το κεφάλι του μέσα στο στόμα τού λύκου. Με το ράμφος του πιάνει το κόκκαλο απ’ τον φάρυγγα τού λύκου, το τραβά έξω και ζητά την αμοιβή που του είχε τάξει ο λύκος.

Κι ο λύκος απαντά: «φιλαράκο, δε σου φτάνει που, ενώ έβαλες το κεφάλι σου μέσα στο στόμα τού λύκου, τό ’βγαλες σώο και αβλαβές, μόνο ζητάς κι αμοιβή αποπάνω;; Η αμοιβή σου είναι που δεν σ’ έφαγα ενώ το μπορούσα».

Το παραμύθι διδάσκει πως, άμα μπλέκεις με παλιανθρώπους και παλιοτόμαρα, όχι μόνο δεν πρέπει να προσδοκάς αμοιβή απ’ αυτούς, αλλά θα πρέπει να θεωρείς........

© ΑΛΗΘΕΙΑ


Get it on Google Play